Κείμενο – επιστολή του Ραούλ Βανεγκέμ για το ζήτημα της έμπρακτης αλληλεγγύης σε μετανάστες/στριες

Λάβαμε και δημοσιεύουμε μεταφρασμένο το παρακάτω κείμενο:

Σκέψεις για τη φιλοξενία των μεταναστών και μεταναστριών

Είμαστε αντιμέτωποι με τη μαζική άφιξη πληθυσμών που διαφεύγουν από την καθημερινή φρίκη του πολέμου και των μαφιόζικων διενέξεων που συντηρούνται παντού από τη γεωπολιτική των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Το φαινόμενο των κυμάτων μετανάστευσης αποτελεί στην πραγματικότητα μέρος της πολιτικής του χάους που υπαγορεύουν οι επιταγές του χρηματιστηριακού καπιταλισμού, ο οποίος αποικίζει και καταστρέφει τον πλανήτη για να αντλήσει βραχυπρόθεσμα κέρδη. Πρόκειται για μια ξεκάθαρη αλήθεια που προβάλει μπροστά στα μάτια όλων. Δεν αρκεί όμως να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς μιας πραγματικότητας προκειμένου να την αντιμετωπίσουμε και να θεραπεύσουμε τις θλιβερές συνέπειές της.

Η έκτακτη ανάγκη, με την οποία βρίσκονται αντιμέτωπες οι κεντρικές και περιφερειακές εξουσίες, μας καλεί κατ’ αρχήν να βρούμε και να διαχειριστούμε άμεσα δομές υποδοχής. Όμως, αργά ή γρήγορα, αυτή η λύση κινδυνεύει να πάψει να είναι λύση, καθώς θέτει το ζήτημα της φιλοξενίας με σαφώς φιλανθρωπικούς όρους. Υποδεχόμαστε τους πρόσφυγες με όμορφα λόγια που πολύ σύντομα διαρρηγνύονται από την υποκρισία της κρατικής εξουσίας την οποία υπερβαίνουν οι αριθμοί και η έλλειψη οργάνωσης. Δεν αργεί έτσι να αυξηθεί η επιφυλακτικότητα των «αυτοχθόνων», η οποία, με τη σειρά της, δεν αργεί να εκθρέψει αντιδράσεις όπως η άρνηση, ο αποκλεισμός, το μίσος (όπως συμβαίνει και με τους φίλους που φιλοξενεί κανείς στο σπίτι του των οποίων η διάρκεια παραμονής υπερβαίνει το «όριο φιλοξενίας»).

Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Η αυξανόμενη φτωχοποίηση έχει δημιουργήσει μια «αγορά της ελεημοσύνης» από την οποία γνωρίζουν πώς να αποκομίζουν κέρδη τα πελατειακά συστήματα αριστεράς και δεξιάς. Και αγορά σημαίνει ανταγωνισμός. Υπήρχε ήδη το επιχείρημα πως «οι άνεργοι κερδίζουν περισσότερα μην κάνοντας τίποτα από εμένα που δουλεύω» ή ακόμη «γιατί να βοηθήσουμε τους ξένους και όχι τους δικούς μας;». Τη συντήρηση της μνησικακίας και την αξιοποίησή της για εκλογικούς σκοπούς εμπορεύεται πλήρως η άκρα ή μετριοπαθής δεξιά. Αλλά και στην «αριστερά» κυριαρχεί η ανθρωπιστική υποκρισία. Η αλληλεγγύη που δεν βρίσκει τα μέσα για να ασκηθεί δεν κάνει τίποτα άλλο από το να ρίχνει νερό στο μύλο του εγωιστικού συμφέροντος το οποίο χαρακτηρίζει την αρπακτική συμπεριφορά και τον επιχειρηματισμό που δεσπόζουν σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Η ελεήμων πολιτική της παθητικής φιλοξενίας προκαλεί αντιδράσεις που φθάνουν έως τον κτηνώδη φόβο, το μίσος, τον αποκλεισμό, την αναδίπλωση σε μια ταυτότητα (θρησκευτική, εθνική, τοπικιστική), υποδαυλίζει τη μνησικακία του φτωχού μπροστά στον φτωχότερο.

Πώς μπορούμε να απαλλαγούμε από την ελεημοσύνη και την παθητική φιλοξενία; Ας αρχίσουμε με το να μην βλέπουμε τους εκτοπισμένους σαν ένα κοπάδι κυνηγημένο από την καταστροφή του περιβάλλοντος και της ίδιας της ύπαρξής του. Πρόκειται, φυσικά, για άντρες, γυναίκες, παιδιά που έχουν χάσει τα πάντα. Όμως, είναι επίσης άτομα έτοιμα να ξεκινήσουν ξανά να υπάρχουν, άνθρωποι που καταφθάνουν με τις δεξιότητές τους, τις γνώσεις τους, τις επιθυμίες τους για τη ζωή.
Οι καλόβουλοι μιλούν για ένταξη. Να τους εντάξουν σε τι; Στους μηχανισμούς των διεφθαρμένων δημοκρατιών μας, σε δημοκρατικές αξίες που υπακούν στους νόμους του χρήματος και της κατανάλωσης; Αν δεσμευόμαστε σε μια δημοκρατία, σίγουρα δεν είναι αυτή, είναι η δημοκρατία που αναγεννιέται μέσα από την μαθητεία μιας ζωής όπου η ευτυχία του καθενός είναι αδιαχώριστη από την ευτυχία όλων. Είμαστε και εμείς θηράματα ενός πολέμου, λιγότερου βίαιου αλλά περισσότερο ύπουλου, που καταστρέφει τα κοινωνικά κεκτημένα και τις προσδοκίες μας για έναν κόσμο «πιο φιλόξενο».

Το να βασιστούμε στην αδελφοσύνη και τη δημιουργικότητα των απόκληρων είναι ένα κοινωνικό πρόταγμα. Είναι ο μόνος τρόπος για να ξεριζώσουμε από τα θεμέλια (και όχι με όμορφα λόγια) τον εξοστρακισμό, την ταυτοτική αναδίπλωση, τους πολύχρωμους ρατσισμούς, κινούμενοι αντίθετα στο ρεύμα του εγωισμού όσων φαντασιώνονται ακόμη ότι είναι εύποροι. Η δημιουργία συνθηκών ζωής όπου ο καθένας θα αισθάνεται ότι συμπεριλαμβάνεται δεν έχει καμία σχέση με τη συσσώρευση από ετικέτες και γεωγραφικές ταυτοποιήσεις. Το μοναδικό πράγμα που έχει αξία είναι ο άνθρωπος.

Η εμπειρία των ελευθεριακών συλλογικοτήτων στην Ελλάδα μου φαίνεται υποδειγματική στην προκειμένη περίπτωση. Σε πολλές πόλεις έχει δημιουργηθεί μια βάση ικανή να παρέχει στους μετανάστες, στους άστεγους, στους άνεργους, στους αποκλεισμένους από μια εμπορευματική κοινωνία κάτι παραπάνω από μια απλή δομή φιλοξενίας, ένα καταφύγιο από τη σκληρότητα της εποχής. Υπάρχουν εκεί οι συνθήκες που απαιτούνται για τη λειτουργία ενός κέντρου μαθητείας όπου οι δεξιότητες του καθενός θα μπορούν να εκδηλωθούν ελεύθερα.

Σκέφτομαι δύο γνωστά παραδείγματα (αναμφίβολα υπάρχουν κι άλλα). Το Πανεπιστήμιο της Γης στο Σαν Κριστόμπαλ της Τσιάπας, στο Μεξικό, και το Πανεπιστήμιο των Ξυπόλυτων στο Ρατζαστάν, στην Ινδία. Είναι επίσης ευκαιρία για την εξάπλωση των μικρών ζαπατιστικών σχολείων. Ο καθένας και η καθεμία που κατέχει μια γνώση σ’ έναν ιδιαίτερο τομέα θα έχει έτσι την ευκαιρία να την διδάξει, αναμένοντας μόνο ένα πράγμα από τους «μαθητές» του: να διδάξουν με τη σειρά τους τη γνώση που έχουν αποκτήσει.
Η συλλογική διδασκαλία, οι κήποι που καλλιεργούνται συλλογικά, τα εργαστήρια επιστημονικής, καλλιτεχνικής, λογοτεχνικής δημιουργίας, η παραγωγή απαραίτητων αγαθών, συνιστούν τους πρακτικούς όρους μιας αλληλεγγύης για την καλύτερη ζωή όλων μας, τη μόνη που μπορεί να θέσει τέλος στην καταναλωτική βλαπτικότητα, στους θρησκευτικούς διαχωρισμούς, στις εθνικές και κοινοτικές συγκρούσεις.

Σε μια εποχή όπου το κράτος, όποιο πολιτικό χρώμα κι αν καμώνεται πως έχει, δεν είναι παρά ένα εργαλείο τραπεζικών και επιχειρηματικών μαφιών, να υπενθυμίσουμε στον παράλογο κόσμο του κέρδους και της απώλειας ότι μπορεί τα πάντα να πωλούνται, όχι όμως ο άνθρωπος.

Αλληλεγγύη χωρίς σύνορα
Raoul Vaneigem

 

 

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*