ΜΙΑ ΑΞΙΝΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΦΤΥΑΡΙ
Περί αλληλεγγύης, ενσυναίσθησης και θάρρους
Η αλληλεγγύη από απόσταση -και δεν αναφέρομαι στη γεωγραφία, αλλά στη θέση που έχει στην ενημέρωση- δεν είναι μόνο βολική. Επιτρέπει επίσης τις πιο παράλογες και αντιφατικές θέσεις (όπως η δικαιολόγηση της δολοφονίας αμάχων, παιδιών στην πλειονότητά τους, που αγνοούν ότι η παρούσα κόλαση δεν είναι στιγμιαία αλλά και μια υπόσχεση για το μέλλον).
Η αλληλεγγύη στους ανθρώπους που βρίσκονται μακρυά δεν απαιτεί δέσμευση: είναι οι άλλοι που υποφέρουν και πεθαίνουν. Γι’ αυτούς υπάρχει η ελεημοσύνη του στιγμιαίου ενδιαφέροντος, η θυελλώδης συζήτηση (χα!) για το ένα ή τα δύο κράτη, οι ιστορικές αναφορές ανάλογα με την άποψη του κάθε ατόμου. Η αλληλεγγύη σε αυτούς που είναι κοντά, από την άλλη πλευρά, απαιτεί κάτι περισσότερο από ένα σχόλιο στα κοινωνικά δίκτυα. Στον παράξενο και μικρό κόσμο του προοδευτισμού, οι Κούρδοι, η Παλαιστίνη και η Ουκρανία είναι πιο κοντά από την Οστούλα1 και την πεισματική της αντίσταση, τις ιθαγενείς κοινότητες του Ισθμού που εξεγείρονται ενάντια στην πρόβλεψη να μετατραπούν σε τελωνειακούς φρουρούς στα νέα νότια σύνορα της Αμερικανικής Ένωσης (γιατί αυτό και τίποτα άλλο δεν είναι αυτό το μεγαλεπήβολο σχέδιο), την οικολογική καταστροφή που ονομάζεται “Τρένο των Μάγια”, τη λεηλασία των υδάτων σε όλη τη χώρα, την επιβολή θερμοηλεκτρικών εργοστασίων, τις εξεγέρσεις ενάντια στη λεηλασία, την επιβολή και την περιβαλλοντική καταστροφή…. και τις Διερευνήτριες.
Και όχι, δεν πρόκειται για αδιαφορία, λόγω γεωγραφίας, για μια αδικία σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη. Όχι, πρόκειται για την κατανόηση και την αίσθηση ότι η αλληλεγγύη δεν είναι μόδα ούτε πόζα, αλλά αναθεματισμένη δέσμευση.
Ακριβώς όπως το να ακούς, να κοιτάς… και να μιλάς.
-*-
Από όλες τις απουσίες, η πιο τρομερή και απάνθρωπη είναι αυτή που δεν μπορεί να εξηγηθεί.
Οι αγνοούμενοι, η σημασία τους και η αδιαφορία που δείχνουν οι από πάνω, είναι η αδιάσειστη απόδειξη ότι η επιπολαιότητα και ο κυνισμός είναι αρετές στο πολιτικό γίγνεσθαι της δεξιάς… και της προοδευτικής αριστεράς.
Η ύπαρξη ανθρώπων που αναζητούν την αλήθεια και τη δικαιοσύνη για όσους λείπουν είναι αυτό που σημαδεύει τη νεωτερικότητα για την οποία τόσο πολύ επαίρονται εκεί πάνω: η κόλαση μέσα στην οποία μεθοδεύονται αυτές οι εξαφανίσεις είναι τρομερή -και είναι θαυμάσιο ότι όσες και όσοι αναζητούν, μέσα από τις προσπάθειές τους, εξυψώνουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Τα τελευταία χρόνια, το πιο τρομερό και θαυμάσιο πράγμα που γέννησε αυτή η γεωγραφία είναι το επάγγελμα της “διερευνήτριας”.
Ποιο είναι το ελάχιστο για να εκπληρωθεί αυτό το αίτημα για αλήθεια και δικαιοσύνη για τις εξαφανισμένες; Ποιο είναι το “πλαφόν”, όπως θα έλεγαν οι ειδικοί του μάνατζμεντ, σε αυτό το αίτημα; Ένα θραύσμα οστού; Το κομματάκι μιας ξεθωριασμένης μπλούζας; Ένα παπούτσι χωρίς το ζευγάρι του; Μια απόφαση της δικαστικής εξουσίας, της αστυνομίας, της εκάστοτε κυβέρνησης: “κάναμε ό,τι μπορούσαμε”; Το σήμα του gps που αναβοσβήνει μοναχικά, απελπισμένα, ανώφελα;
Μια ομιλία που, φυσικά, τελειώνει με το “δεσμεύομαι να ανακαλύψω την αλήθεια πριν από το τέλος της διακυβέρνησής μου, όποιο κεφάλι κι αν χρειαστεί να πέσει”;
Οι διερευνήτριες δεν ψάχνουν τους αγνοούμενους, ψάχνουν επίσης την ντροπή, την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά που χάθηκαν με μια κυβερνητική θέση, μια γραμμή στον πίνακα του Excel της μισθοδοσίας με ανταποδοτικές υποχωρήσεις.
Όσοι αρνούνται να ανταποκριθούν στο αίτημα των Διερευνητριών, τι φοβούνται; Πού βασίζεται ο ισχυρισμός τους ότι “οι περισσότερες από τις εξαφανισμένες αγνοούνται με τη θέλησή τους”; Έχουν ήδη ερευνήσει και οι αγνοούμενες εξαφανίζονται οικειοθελώς; Τότε γιατί δεν λένε στις Διερευνήτριες: “κυρία, ο γιος σας, η κόρη σας, έφυγε γιατί βρήκε σύντροφο” ή “γιατί δεν την καταλάβατε”;
Δεν διαθέτουν υψηλή τεχνολογία (τετρακόπτερα, δορυφόρους, γεωραντάρ, ψηφιοποιημένα αρχεία); Αν όχι, γιατί δεν αγοράζουν ή δεν νοικιάζουν ή δεν δανείζονται αυτόν τον εξοπλισμό; Ας ψάξουν σε ηλεκτρονικά καταστήματα… ή στην ιστοσελίδα της Γραμματείας Ναυτιλίας. Ας πληκτρολογήσουν απλά στο παράθυρο της μηχανής αναζήτησης “εξοπλισμός έρευνας και διάσωσης”.
Αν έχουν τα μέσα για να κατασκοπεύουν τους εχθρούς τους (έναν Πήγασο με κάθε στρατιώτη σου έδωσε)2, γιατί δεν χρησιμοποιούν αυτές τις τεχνολογίες για να μάθουν αν το άτομο αυτό έχει εξαφανιστεί “οικειοθελώς”;
Ή μήπως οι Διερευνήτριες λένε ψέματα; Δηλαδή είναι ψέμα ότι τρέχουν από το ένα μέρος στο άλλο, υποχρεωμένες από τις πληροφορίες που λαμβάνουν; Υποφέρουν επειδή το θέλουν ή επειδή κάποια λείπει; Αυτές οι εικόνες όπου εμφανίζονται, με φτυάρια και αξίνες, σε αγροτικές περιοχές, είναι επεξεργασμένες με ψηφιακή εφαρμογή και, στην πραγματικότητα, βρίσκονται στο σπίτι τους κάνοντας υπολογισμούς για να δουν πώς θα τα βγάλουν πέρα μέχρι το τέλος του μήνα; Μήπως αυτές -και φυσικά αυτοί- οι Αναζητήτριες, εξαφάνισαν οικειοθελώς τους γιους, τις κόρες, τους συντρόφους, τις συντρόφισσες, τους πατεράδες, τις μητέρες, την οικογένειά τους, με μοναδικό σκοπό να βλάψουν το φανταστικό θύμα στο Εθνικό Μέγαρο;
Ίσως θα μπορούσαν, τουλάχιστον, να ζητήσουν από αυτές τις Διερευνήτριες να αναζητήσουν και να βρουν την ντροπή που, εκεί πάνω, χάθηκε με ένα κυβερνητικό πόστο… και μια προσωπική αμοιβή.
-*-
Εσείς που εργάζεστε στα μέσα επικοινωνίας, θυμάστε εκείνες τις εποχές που η δημοσιογραφία ήταν να ερευνάς, να πηγαίνεις στον τόπο του εγκλήματος, να παίρνεις συνεντεύξεις από τα “εμπλεκόμενα μέρη”, να αψηφάς την “αυτολογοκρισία”, να αγωνίζεσαι στη συντακτική ομάδα για τη δημοσίευση -γιατί είχες δεσμευτεί απέναντι στα θύματα να κάνεις γνωστή την τραγωδία τους; Θυμάστε ότι είχατε σε μεγάλη εκτίμηση την αξία της λέξης, γι’ αυτό επιλέξατε τη δημοσιογραφία -για να επιστρέψετε στον τόπο του εγκλήματος και να δείξετε σε αυτές που υποφέρουν την ιστορία (η οποία σας κόστισε την πολλοστή απειλή απόλυσης, -που μπορεί μάλιστα να επιβεβαιώθηκε);
Θυμάστε όταν οι ιστορίες προέρχονταν από την πραγματικότητα και όχι από τα κοινωνικά δίκτυα; Θυμάστε όταν το σήμα “PRESS”, πιο πολύ κι από σύμβολο υπερηφάνειας και ατιμωρησίας, ήταν σύμβολο ηθικής δέσμευσης;
Δεν υπήρξε μια εποχή που δίνατε μάχες για την ιστορία με άλλους δημοσιογράφους και όχι με influencers που δεν ξέρουν καν πώς να συντάξουν την περιγραφή των βίντεο τους; Εκείνες τις μέρες που ο εχθρός ήταν το “δωράκι”, η εξαγορά, ο φάκελος με τα χαρτονομίσματα, η ανεπιβεβαίωτη πληροφορία; Και όχι όπως τώρα, οι απειλές θανάτου -που συχνά πραγματοποιούνται- ή η εικονική παρενόχληση από bots του ενός ή του άλλου είδους. Εκτός, βέβαια, από το “πρωινό δικαστήριο” με το οποίο το Αφεντικό μοιράζει χαστούκια και χάδια.
Πού είναι τα σπουδαία ρεπορτάζ, η ερευνητική δημοσιογραφία, οι αποκλειστικές πληροφορίες, οι αιχμηρές ερωτήσεις, η άψογη γραφή, η σωστή άρθρωση, η εικόνα όπου η είδηση δεν είναι ο δημοσιογράφος αλλά η πραγματικότητα;
Ακολουθήστε το νήμα της Αριάδνης, ίσως μέσα στο λαβύρινθο βρείτε τι σας έκανε να επιλέξετε τη δημοσιογραφία ως επάγγελμα… και κατάρα.
-*-
Σε κάποια γωνιά της ανθρώπινης καρδιάς υπάρχει κάτι που λέγεται “ενσυναίσθηση”. Αυτή η ικανότητα να “μπαίνεις στη θέση του άλλου” είναι, στην πραγματικότητα, η ικανότητα να “μπαίνεις στη θέση του θύματος”. Μερικές φορές ατομικά και όλο και περισσότερο συλλογικά, αυτό το συναίσθημα προχωράει πιο μακρυά και αντιμετωπίζει την ανάγκη να “κάνουμε κάτι”.
Αλλά η πραγματικότητα δεν δίνει βραβεία, αν μη τι άλλο προκαλεί εφιάλτες. Χρειάζεται λοιπόν θάρρος για να πεις “είμαι εγώ και νιώθω ότι αυτό δεν είναι δίκαιο και πρέπει να το πω ή να το κάνω αισθητό, ειδικά στα θύματα”.
Τα επιτεύγματα είναι λίγα και σπάνια. Φαίνονται μικρά, αλλά για τα θύματα είναι τα πάντα. Όπως θα είναι και για τον -ας υποθέσουμε, χωρίς να το παραδεχόμαστε- Χοσέ Ντίας Γκόμες (José Díaz Gómez)3, ο οποίος σίγουρα θα εκπλαγεί όταν δει όλα τα μηνύματα στήριξης και αλληλεγγύης που, από τις πιο απίθανες γωνιές του Μεξικού και του κόσμου, συγκλίνουν στις προσπάθειες αυτής της ΜΚΟ -της άβολης, όπως πρέπει να είναι όλες οι ΜΚΟ- που ανέλαβε την αναζήτηση της δικαιοσύνης ως αυτό που είναι, δηλαδή ως καθήκον.
Η ελευθερία του γεννήθηκε από όλες αυτές τις φωνές και τις δράσεις που, προσοχή, συγκλίνουν σε ένα απλό αλλά ισχυρό αίτημα, τόσο παλαιό όσο και η ίδια η ανθρωπότητα: την ελευθερία.
-*-
Αναζητήστε τις διερευνήτριες. Μου περνάει από το μυαλό, δεν ξέρω, ότι ίσως και αυτές αναζητούν ένα άλλο αύριο. Κι αυτό, φίλοι και εχθροί, είναι ο αγώνας για τη ζωή.
Αυτά. Χαιρετισμούς και βρείτε τις. Επείγει.
Από τα βουνά του νοτιοανατολικού Μεξικού.
Ο Καπετάνιος.
Αύγουστος 2024.
Υ.Γ. Νομίζω ότι είναι προφανές, αλλά αν δεν είναι, ας το πούμε ξεκάθαρα: ευχαριστούμε.
- Βλ. σημείωση 7 στο κείμενο “Ξαναρχίζουμε;”
- Λογοπαίγνιο με το στίχο του μεξικανικού εθνικού ύμνου “Ένα στρατιώτη με κάθε παιδί σου έδωσε [ο ουρανός]” (Un soldado en cada hijo te dio). Εδώ τη θέση του παιδιού παίρνει ο “Πήγασος”: είναι το όνομα με το οποίο βάφτισε τη χελώνα του, δηλαδή το άλογό του, το σκαθάρι-alter ego του υποδιοικητή Μάρκος, ο Δον Ντουρίτο δε λα Λακαντόνα. Το 1994, από τη ζούγκλα Λακαντόνα, ο Μάρκος, απαντώντας σε ένα δεκάχρονο κορίτσι στην Πόλη του Μεξικού, το οποίο του είχε στείλει μια ζωγραφιά, σκαρφίστηκε έναν πρώτο μύθο που εισήγαγε το σκαθάρι και ιππότης-ερημίτης Δον Ντουρίτο δε λα Λακαντόνα. Το πολιτικό του όνομα είναι Ναβουχοδονόσορ. Συμμετέχει σε συνέδρια, ενεργεί ως εκπρόσωπος των Ζαπατίστας, εκφέρει τη γνώμη του για τις μεγα-πολιτείες, την παγκοσμιοποίηση και τον νεοφιλελευθερισμό και, πάνω απ’ όλα, βάζει στο στόχαστρο τον υποδιοικητή Μάρκος, σύμφωνα με τον οποίο αποστολή του είναι να “διορθώσει τα λάθη και να βοηθήσει τους άπορους και τους ανήμπορους”, θυμίζοντας κατά κάποιο τρόπο τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες.
- Βλ. σημείωση 3 στο κείμενο “Ας υποθέσουμε, χωρίς να το αποδεχόμαστε…”.
Leave a Reply